Η ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου


Η ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου

 Ένα επίμονο ερώτημα που βασάνιζε τον άνθρωπο εδώ και πολλούς αιώνες είναι η φύση αυτού που ονομάζουμε πραγματικότητα. Είναι αληθινό και υπάρχον ότι αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, ή ένα matrix, δηλαδή μια πλαστή εικόνα, που δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω του εγκεφάλου και των αισθητηρίων οργάνων;
Όπως είναι φανερό η απάντηση στο ερώτημα αυτό καθορίζει ουσιαστικά τη σημασία των όρων «Ύλη», «Χρόνος» και «Χώρος» οι οποίοι χαρακτηρίζουν την ποιότητα και τις αξιακές προτεραιότητες ενός Πολιτισμού

Στο θέμα αυτό είχαν πάρει θέση τόσο η Φιλοσοφία όσο και η Θεολογία.

 Ο Δημόκριτος, όπως αναφέρει ο Σέξτος δίδασκε ότι : «υπάρχουν δύο μορφές γνώσης, μία γνήσια και η άλλη νόθα. Στη νόθα ανήκουν, η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση, η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης, αποκτάται μέσω του νου και είναι γνήσια
Στο επίπεδο της Θεολογίας ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ηλίας Οικονόμου, στο βιβλίο του «Θεολογική Oικολογία» αναφέρει:
«Ο άκτιστος Θεός βουλήθηκε και η βούλησή του υλοποιήθηκε σε αισθητή και μη αισθητή Κτίση. Έτσι υπάρχουν οι εξής πραγματικότητες: 

• Η πραγματικότητα του Άκτιστου Τριαδικού Θεού. 

• Η πραγματικότητα της Κτίσεως ως αποτέλεσμα της Θείας βουλήσεως, δηλαδή ως η πραγμάτωση του βουλήματος του Θεού που υποδιαιρείται σε: 

α. Μη αισθητή Κτίση αθέατου μεγαλείου. 

β. σε αισθητή κτίση τεραστίας διαστάσεως, εκτάσεως, όγκου, ποικιλίας και δυνάμεως. Και τέλος

γ. Σε μικτή από αισθητό και μη αισθητό στοιχείο Κτίση,

Αν αναφερθούμε ειδικότερα στον καταρρέοντα δυτικό πολιτισμό, τον οποίο όλοι βιώνουμε, έχει ως βασική αξία και στόχο την έννοια της ύλης. Η ύλη για την σημερινή επιστημονική, κοινωνική και θεολογική δομή αποτελεί ένα αντικειμενικό γεγονός του οποίου την ύπαρξη κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Στο βωμό της θεοποιημένης ύλης και των παραγώγων της, οι δυτικές κοινωνίες θυσιάζουν το σύνολο των ανθρώπινων αξιών τους, όπως την ελευθερία, την δικαιοσύνη, ακόμα και αυτή την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Όλα αυτά μέχρι χθες. Σήμερα η σύγχρονη επιστήμη, μέσω της αποδεικτικής πειραματικής διαδικασίας, έχει καταλήξει σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα για το τι είναι η ύλη και η παραγόμενη από αυτήν υλική πραγματικότητα..
Για τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη η αισθητή πραγματικότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αποτελεί ένα matrix, δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα, την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών.
Με τον τρόπο αυτό γίνεται φανερή η ουτοπία της πολιτισμικής θεοποίησης της έννοιας της ύλης και της υπεροχής των υλικών αγαθών έναντι των ανθρώπινων αξιών. Η συνειδητοποίηση αυτής της μεγάλης αλήθειας οδηγεί σε κατάρρευση όλο το πολιτισμικό σύστημα, σε κοινωνικό, οικονομικό, επιστημονικό και θεολογικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό γεννιέται η ανάγκη συγκρότησης ενός νέου Πολιτισμικού Ρεύματος. εναρμονισμένου με τα νέα επιστημονικά δεδομένα περί ύλης.
Το ότι είναι όμως ψευδής η εικόνα του Σύμπαντος όπως την αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις και τα όργανα μέτρησης, μπορούμε να το αποδείξουμε και με την κλασική φυσική που έχουμε μάθει στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο.
Ας αναφερθούμε αρχικά στο αισθητήριο όργανο της όρασης, το μάτι μας, αυτόν τον ατελέστατο δέκτη ακτινοβολιών, ο οποίος υπόκειται σε τρεις περιορισμούς.
Ο πρώτος περιορισμός είναι ότι δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν διάμετρο (ή έκταση) μικρότερη από κάποια ελάχιστη.

Ο δεύτερος περιορισμός συνίσταται στο ότι δεν μπορεί να διακρίνει ως ανεξάρτητα δύο αντικείμενα τα οποία βρίσκονται πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο. Δηλαδή όταν έχουν μεταξύ τους μια απόσταση μικρότερη από μία ελάχιστη.
Η τρίτη αδυναμία είναι ότι το μάτι μας λειτουργεί σε μια πολύ μικρή και καθορισμένη φασματική περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος. Αυτό σημαίνει ότι ένας ωκεανός ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας δεν γίνεται αντιληπτός από την όρασή μας.
Ας σταθούμε όμως σε κάθε μία από τις τρεις αυτές αδυναμίες της όρασής και ας κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις..

Το ότι το μάτι μας δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν διάμετρο μικρότερη από μία ελάχιστη, σημαίνει ότι δεν μπορεί να δει για παράδειγμα τους κόκκους σκόνης, τα εκατομμύρια μόρια των πτητικών αρωματικών ενώσεων και τον τεράστιο αριθμό μικροσωματίων, τα οποία βρίσκονται μεταξύ των αντικειμένων, τα μόρια του οξυγόνου, του υδρογόνου, του διοξειδίου του άνθρακα κλπ. Έτσι, έχουμε την αίσθηση του κενού μεταξύ των αντικειμένων, ενώ στην πραγματικότητα ο χώρος γύρω μας είναι ασφυκτικά γεμάτος. Ένας απέραντος υλικός κόσμος, τον οποίο δεν αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, απλώνεται παντού γύρω μας. Το πυκνό αυτό υλικό δεν μας χωρίζει, αλλά μας ενώνει. Αν η όρασή μας δεν παρουσίαζε αυτή την αδυναμία θα αντιλαμβανόμαστε ένα πυκνότατο ρευστό που μέσα του θα έπλεαν τα διάφορα αντικείμενα.

Το ότι η διακριτική ικανότητα του ματιού μας είναι πάρα πολύ μικρή, σημαίνει ότι όταν δύο αντικείμενα είναι πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, δεν μπορεί να τα δει ως δύο και τα αντιλαμβάνεται σαν ένα. Αν μπορούσαμε να δούμε σαν ανεξάρτητα τα σωμάτια ή τα αντικείμενα, όσο κοντά κι αν αυτά βρίσκονταν δεν θα βλέπαμε μεμονωμένα και ξεχωριστά ένα τραπέζι, έναν άνθρωπο, ένα αντικείμενο. Θα μπορούσαμε να δούμε τα μόριά του σαν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Δεν θα βλέπαμε μόνο τα μόριά τους, αλλά και τα άτομα των μορίων. Και ακόμα παραπέρα θα βλέπαμε τα ηλεκτρόνια, τα πρωτόνια, τα νετρόνια ακόμα και τα στοιχειώδη σωμάτια που απαρτίζουν αυτή την ενότητα. Επειδή όμως τα στοιχειώδη σωμάτια είναι ρεύματα ενέργειας θα βλέπαμε όλο το Σύμπαν σαν ένα χυλό ενέργειας. Τίποτα δεν θα διακρινόταν από το άλλο, γιατί τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν ένα τραπέζι, είναι ομοειδή με τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν όλα τα άλλα αντικείμενα. Όλο το Σύμπαν θα ήταν ένας χυλός τεράστιας, κοχλάζουσας ενέργειας
Και μέσα σε αυτόν τον χυλό, τι θα ήταν αυτό που σήμερα ονομάζουμε αντικείμενο; Πιθανότατα ένας χώρος ελάχιστα πιο μεγάλης πυκνότητας, ενιαίος όμως.

Η τρίτη ιδιότητα του ματιού μας είναι ότι μπορεί και λειτουργεί σε μια στενή περιοχή ακτινοβολιών. Βλέπουμε πάρα πολύ καλά το πράσινο και το κίτρινο. Δεν βλέπουμε όμως ούτε το υπεριώδες ούτε το υπέρυθρο.
Συνεπώς έχουμε χάσει από το πεδίο της αντίληψής μας έναν άπειρο χείμαρρο ακτινοβολιών οι οποίες βρίσκονται γύρω μας. Αν δεν υπήρχε αυτή η αδυναμία της όρασης δεν θα βλέπαμε τίποτα. Τα διαφορετικά αντικείμενα θα ήταν χαμένα μέσα σε μια τεράστια λάμψη. Έτσι, δεν θα μπορούσαμε να τα διακρίνουμε μεταξύ τους αφού θα ήταν χαμένα μέσα σε αυτό το απέραντο φως.
Ψευδαίσθηση όμως είναι και η αίσθηση της αφής, της επαφής δηλαδή δύο αντικειμένων. Αυτό το οποίο ονομάζουμε εμείς επαφή δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα διότι, τα δομικά συστατικά του χεριού μας απέχουν συγκριτικά τεράστιες αποστάσεις από τα δομικά συστατικά του αντικειμένου το οποίο νομίζουμε ότι ακουμπάμε. Τι είναι λοιπόν αφή, τι είναι επαφή;
Για τη φυσική η αφή είναι το αποτέλεσμα των απωστικών δυνάμεων των πεδίων τα οποία δημιουργούνται μεταξύ των δομικών συστατικών του χεριού μας και του αντικειμένου που νομίζουμε ότι ακουμπάμε. Στην πραγματικότητα επαφή δεν υπάρχει.
Μετά από όλες αυτές τις νέες ιδέες της σύγχρονης φυσικής το ερώτημα είναι, τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που εμείς οι απλοί άνθρωποι αντιλαμβανόμαστε σαν ύλη; Ας δούμε τι αναφέρει ο Τσαρλς Μιούζες στο βιβλίο του «Συνείδηση και Πραγματικότητα» πάνω σε αυτό το θέμα.
«Ένα δέντρο, ένα τραπέζι, ένα σύννεφο, μια πέτρα. Όλα αυτά διαλύονται από την επιστήμη του 20ου αι. σε κάτι που συνίσταται από το ίδιο ακριβώς υλικό. Αυτό το κάτι είναι ένα συνονθύλευμα στροβιλιζόμενων σωματιδίων που υπακούν στους νόμους της κβαντικής φυσικής.
Όλα τα αντικείμενα του κόσμου είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται με ηλεκτρομαγνητικό τρόπο. Αυτή είναι σήμερα η έννοια της ύλης στη σύγχρονη φυσική».
Σε επιστημονικό επίπεδο, μέσω των αισθήσεών μας, δεχόμαστε απλά ηλεκτρομαγνητικά κύματα διαφορετικών συχνοτήτων, τα οποία όμως ο εγκέφαλός μας τα μετασχηματίζει και έτσι τα αντιλαμβανόμαστε ως χρώματα. Ομοίως, δεχόμαστε κύματα πίεσης αλλά τα συγκεκριμενοποιούμε ως λέξεις. Προσλαμβάνουμε χημικές ενώσεις από τον αέρα και το νερό, αλλά αισθανόμαστε οσμές και γεύσεις. Όλα αυτά, τα χρώματα, οι ήχοι, οι οσμές, οι γεύσεις, δεν υπάρχουν αφ’ εαυτά, αλλά δημιουργούνται νοητικά στον εγκέφαλο μέσα από μια επεξεργασία. Άρα, μπορούμε να πούμε ότι ένα αντικείμενο που πέφτει κάτω δεν δημιουργεί ήχο αλλά κύματα πίεσης. Ο ήχος δημιουργείται μόνον όταν τα κύματα πίεσης μετασχηματιστούν από έναν ζωντανό οργανισμό.

Το 1826, ο Johannes Müller* υποστήριξε ότι το κάθε είδος ανθρώπινης αίσθησης, είναι αποτέλεσμα των ιδιοτήτων κάποιας συγκεκριμένης νευρικής ίνας, η οποία μεταφέρει τα ερεθίσματα των αισθητηρίων οργάνων σε διαφορετικά καταληκτικά σημεία του εγκεφάλου.
Με τον τρόπο αυτόν, για κάθε αίσθηση, έχουμε αρχικά, το όργανο που λαμβάνει πληροφορίες από τον έξω κόσμο μέσω κάποιων κυττάρων που ονομάζονται αισθητικοί υποδοχείς. Το καθένα από αυτά τα κύτταρα έχει ευαισθησία σε μία μόνο μορφή φυσικής ενέργειας. Σε μια δεύτερη φάση τα ενεργειακά ερεθίσματα που μαζεύουν τα αισθητήρια όργανα μετασχηματίζονται σε ηλεκτροχημική ενέργεια. Η ενέργεια αυτή στη συνέχεια μετατρέπεται σε ένα νευρικό ενεργειακό σήμα που μέσω των νευρώνων μεταφέρονται στον εγκέφαλο.
Αυτό που θα πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι οι πληροφορίες που μεταφέρονται στον εγκέφαλο δεν καθορίζονται από τον τύπο του σήματος, αλλά από τον δρόμο που θα ακολουθήσει το ηλεκτρικό σήμα προκειμένου να φτάσει στον εγκέφαλο. Τελικά, ο εγκέφαλος είναι εκείνος που θα αναλύσει και θα ερμηνεύσει τα σχέδια των εισερχόμενων ηλεκτρικών σημάτων και θα δημιουργήσει την αντίληψη.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιδιότητα των διαδιδόμενων, μέσω των ανθρώπινων νευρώνων, ενεργειακών σημάτων είναι το «ενεργειακό κατώφλι». Αυτό σημαίνει ότι για κάθε άνθρωπο, αν το ενεργειακό ερέθισμα που προσλαμβάνει από ένα αισθητήριο όργανο δεν ξεπερνά ένα συγκεκριμένο ποσό ενέργειας, δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα ενεργειακό σήμα. Ως εκ τούτου η ανθρώπινη φυσιολογία το αγνοεί ως μη υπάρχον.
Με βάση όλα τα προηγούμενα γίνεται κατανοητό ότι αυτό το οποίο αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, το μάτι, το αυτί μας, η όσφρησή μας δεν είναι πραγματικότητα, αλλά μια πλάνη των αισθήσεών μας. Η πραγματικότητα των αισθήσεών μας, αυτό το δημιούργημα το οποίο ονομάζουμε φύση ή κόσμο, δεν έχει καμία υπόσταση για τη σύγχρονη φυσική. Το αντιλαμβανόμαστε έτσι γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο έχουν δομηθεί οι αισθήσεις μας. Εάν είχαν δομηθεί διαφορετικά θα είχαμε τελείως διαφορετική οπτική γωνία. Συνεπώς κυρίαρχο ρόλο παίζει το πώς έχει δομηθεί ο νους μας, το μυαλό μας, ο εγκέφαλός μας για να καταλάβουμε το Σύμπαν που μας περιβάλλει.

Ας δούμε όμως μερικά κοινά παραδείγματα τα οποία πιστοποιούν όλα τα προηγούμενα.

Όλοι γνωρίζουμε το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού

Στις θερμές περιοχές, συνήθως στις ερήμους, παρατηρείται ένα παράξενο φαινόμενο: ο αντικατοπτρισμός. Το φαινόμενο αυτό μας κάνει να βλέπουμε αντικείμενα, που δεν υπάρχουν, ότι βρίσκονται πολύ κοντά μας.
Έτσι πολλοί ταξιδιώτες μέσα στην έρημο κουρασμένοι βλέπουν στο βάθος του ορίζοντα μια όαση και νερά να κυλάνε. Τρέχουν να πιουν νερό και μόλις φτάνουν κοντά αντιλαμβάνονται ότι η όαση, που ήταν τόσο σίγουροι ότι υπάρχει και ότι θα τους ξεδίψαγε δεν υπάρχει. Ήταν μια ψευδαίσθηση της όρασής τους που δημιουργήθηκε με βάση το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού.
Ας δούμε όμως τι λέει η Σουζάνα Μαρτίνεθ Κόντε, διευθύντρια του εργαστηρίου οπτικής Νευροεπιστήμης του Νευρολογικού Ινστιτούτου Μπάροουζ στο Φοίνιξ της Αριζόνα για τη σχέση μεταξύ των φαινομένων της οφθαλμαπάτης και της ψευδαίσθησης. Αναφέρει η ερευνήτρια:

«Υπάρχει μια σημαντική διάκριση, μεταξύ οπτικής ψευδαίσθησης και οφθαλμαπάτης. Η οπτική ψευδαίσθηση συντελείται στον εξωτερικό κόσμο, ενώ η οφθαλμαπάτη συντελείται μέσα στο μυαλό μας. Η πρώτη έχει να κάνει με τις φυσικές ιδιότητες του φωτός, ενώ η δεύτερη είναι μια κατασκευή του εγκεφάλου.
…Είναι ενδιαφέρον ότι πολλοί άνθρωποι βλέπουν την οφθαλμαπάτη σαν μια εξαίρεση ή ένα σφάλμα της αντίληψής μας. Αυτό όμως δεν ισχύει. Οι οφθαλμαπάτες βασικά αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται τις πληροφορίες και κατασκευάζει την αίσθησή μας για την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα, έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε, σπάνια ταιριάζει με τον κόσμο εκεί έξω…Το μεγαλύτερο μέρος της αντίληψής μας είναι απατηλό σε κάποιο βαθμό. Ο εγκέφαλος στην πραγματικότητα κατασκευάζει το μεγαλύτερο μέρος της οπτικής εμπειρίας μας».

Ας δώσουμε όμως ένα δεύτερο παράδειγμα που έχει να κάνει με το φαινόμενο της όρασης.

Οι ακτίνες, όπως έρχονται από τα φωτιζόμενα αντικείμενα φτάνουν στην κυρτή επιφάνεια του ματιού μας, περνάνε από την κόρη και εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Eίναι γνωστό ότι εκεί τα αντικείμενα εμφανίζονται ανάποδα και ανάστροφα, δηλαδή το πάνω-κάτω, το δεξιά-αριστερά.
Γεννιέται τώρα το ερώτημα, γιατί αφού τα πράγματα εμφανίζονται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα μας ανάστροφα, εμείς τα βλέπουμε ορθά;
Αυτό συμβαίνει επειδή ο εγκέφαλός μας έχει εκπαιδευτεί έτσι ώστε να βλέπει αυτά τα αντικείμενα όπως τα βλέπουμε, δηλαδή το πάνω – πάνω και το κάτω – κάτω, το δεξιά – δεξιά και το αριστερά – αριστερά.
Ο Τζορτζ Στράτον, ένας πανέξυπνος Αμερικανός ψυχολόγος, έκανε το εξής πείραμα για να επιβεβαιώσει τα προηγούμενα. Έκλεισε το ένα του μάτι με ένα μαύρο ύφασμα, ενώ στο άλλο του μάτι προσάρμοσε ένα φακό ο οποίος είχε την ιδιότητα να αντιστρέφει όλα τα αντικείμενα.
Για μέρες ολόκληρες ο Στράτον έβλεπε όλα τα αντικείμενα γύρω του ανεστραμμένα. Περνώντας όμως οι ημέρες, ο εγκέφαλος προσαρμόστηκε στα καινούργια αυτά δεδομένα και ενώ μέσω του φακού στην αρχή έβλεπε αντιστραμμένα τα αντικείμενα, μετά την πάροδο κάποιων ημερών τα έβλεπε πάλι κανονικά σαν να μη φόραγε τον φακό.
Μετά από λίγες ημέρες και αφού πλέον έβλεπε τα πράγματα κανονικά, ο Στράτον αφαίρεσε αυτό τον φακό. Όλοι θα περίμεναν ότι αφού έβγαλε τον φακό θα συνέχιζε να βλέπει τα πράγματα κανονικά. Όμως αυτό δεν συνέβη. Βγάζοντας το φακό ο Στράτον, άρχισε να βλέπει τα πάντα γύρω του αντιστραμμένα. Και αυτό συνεχίστηκε για πάρα πολλές ημέρες, μέχρι ότου ο εγκέφαλός του προσαρμόστηκε εκ νέου στα καινούργια δεδομένα παρατήρησης και άρχισε να βλέπει τα πράγματα πάλι κανονικά.
Αυτό αποδεικνύει ότι το μάτι μας δεν βλέπει ακριβώς αυτό το οποίο συμβαίνει, αλλά βλέπει αυτό που ο εγκέφαλός μας το διατάζει να βλέπει.
Ας δούμε όμως ένα άλλο φαινόμενο το οποίο παρατήρησε ο Αμερικανός ψυχολόγος του περασμένου αιώνα Γουίλιαμ Τζέιμς (William James)
Όπως αναφέραμε στα προηγούμενα, βλέπουμε τα χρώματα και τα σχήματα όταν ενέργεια πέσει στο μάτι μας και μέσω των οπτικών νευρώνων καταλήξει στο οπτικό κέντρο του εγκεφάλου. Ομοίως ακούμε τους ήχους της βροντής, της ομιλίας, της μουσικής, όταν ενέργεια μεταφερόμενη από τα ακουστικά κύματα περνάει από το αυτί μας και μέσω των ακουστικών νευρώνων καταλήξει στο ακουστικό κέντρο
Το Πανεπιστήμιο του Cambridges πειραματιστεί πάνω σε ανθρώπους που πραγματικά παρουσίαζαν μια περίεργη ιδιομορφία. Ένα μεγάλο μέρος των οπτικών νευρώνων αντί να καταλήγει στο οπτικό κέντρο του εγκεφάλου εγκαθίστατο στο ακουστικό κέντρο και αντίστροφα. Ένα μεγάλο μέρος των ακουστικών νευρώνων αντί να καταλήγουν στο ακουστικό κέντρο εγκαθίστατο στο οπτικό κέντρο.

Λόγω αυτής της ιδιομορφίας οι άνθρωποι αυτοί άκουγαν τα χρώματα, και έβλεπαν τους ήχους .

Όμως κάποιοι άνθρωποι δεν παρουσιάζουν μόνιμα το φαινόμενο της συναισθησίας, αλλά περιστασιακά. Έτσι, γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι οι οποίοι παίρνουν LSD, για όσο διαρκεί η ενέργειά του σκευάσματος παρουσιάζουν φαινόμενα συναισθησίας. Γι’ αυτό θέλουν να βιώνουν σκοτεινούς χώρους με πολύ έντονη μουσική, την οποία αντιλαμβάνονται σαν μια πανδαισία χρωμάτων, που τους έλκει και τους κάνει να νιώθουν ότι βρίοσκονται σε έναν κόσμο έξω από την πραγματικότητα.
Όλα τα προηγούμενα, αλλά και πολλά άλλα επιστημονικά φαινόμενα, τα οποία θα συζητήσουμε σε επόμενες συναντήσεις μας, οδηγούν τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη στο συμπέρασμα ότι η αισθητή πραγματικότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αποτελεί ένα matrix, δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα, την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών.
Πέρα όμως από την ψευδή εικόνα της συμπαντικής πραγματικότητας που δημιουργούν οι αισθήσεις μας, όλα τα προηγούμενα μας οδηγούν σε μια μεγάλη αλήθεια την οποία αν και γνωρίζαμε πολύ καλά εδώ και πολλά- πολλά χρόνια, κάναμε μέχρι σήμερα ότι την αγνοούμε.
Τα πάντα μέσα στο Σύμπαν είναι ενιαία. Εκεί έξω στον συμπαντικό χώρο δεν υπάρχει η έννοια της διαίρεσης, της ατομικότητας, του εγώ. του έχω. Όλα είναι «ένα». Κάθε δράση σε κάποιο σημείο του χώρου επηρεάζει το σύνολο του χώρου, αλλά και κάθε δράση έχει σαν αποτέλεσμα μια ίση αντίδραση.
Η επιστημονική αυτή αλήθεια μπορεί να μπολιάσει το νέο δυτικό πολιτισμικό ρεύμα, και ειδικότερα την κοινωνική του συγκρότηση, με νέες αξίες και πρακτικές.
Το υλικό συστατικό του ανθρώπου αποτελεί και αυτό συστατικό της ενιαίας και αδιαίρετης συμπαντικής πραγματικότητας. Η έννοια της ατομικότητας, του εγώ και του έχω δεν αποτελούν παρά πλαστές εικόνες των ανθρώπινων αισθήσεων. Κάθε κακή δράση του ανθρώπου πάνω σε κάποιον άλλο άνθρωπο, η ακόμα πάνω στη φύση, έχει επίδραση πάνω στο σύνολο της δημιουργίας, άρα και τον ίδιο τον άνθρωπο που την προκάλεσε.
Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στη συνειδητοποίηση μιας μεγάλης κοινωνικής αλήθειας που θα πρέπει να χαρακτηρίζει το νέο πολιτισμικό ρεύμα.
Η αγάπη, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η ισότητα, και η δικαιοσύνη, δεν είναι πράξεις παραχώρησης προς τους άλλους ανθρώπους
Είναι μια επιβεβλημένη κοσμική ιδιότητα, μια πράξη αυτοσυντήρησης που διασφαλίζει σε μας τους ίδιους, τα παιδιά και τα εγγόνια μας την αδιατάρακτη και ευτυχή ύπαρξή μας μέσα στην συμπαντική ενότητα.

Δρ. Μάνος Δανέζης