ΚΑΥΣΗ ΝΕΚΡΩΝ

«Ω, Άγνι, Ιερή Φωτιά! Καθαρτήριον Πυρ!
Συ που κοιμάσαι μέσα στο ξύλο και ανεβαίνεις ντυμένη
με λαμπερές φλόγες επάνω στο βωμό, είσαι η καρδιά της θυσίας,
η τολμηρή ανάταση της προσευχής, η θεϊκή σπίθα η κρυμμένη
μέσα σε όλα τα πράγματα και η δοξασμένη ψυχή του Ήλιου».

Βεδικός Ύμνος

Ο ανθρώπινος πολιτισμός από τα πανάρχαια χρόνια έχει στηριχθεί στην ιερότητα της ταφής των νεκρών. Η καύση είναι εξωβιβλική και συναντάται κυρίως ως παράδοση ορισμένων φυλών, συχνά και σε προηγμένους πολιτισμούς, όπως φαίνεται για παράδειγμα, στην Ιλιάδα. Από τα θρησκειολογικά και ανθρωπολογικά δεδομένα γνωρίζουμε ότι η καύση των νεκρών υιοθετήθηκε κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες με χαρακτηριστικά γνωρίσματα συχνά την άγνοια, το φόβο, την δεισιδαιμονία. Τέτοιες έκτακτες καταστάσεις ήταν αυτές των μεταναστεύσεων και των πολεμικών συρράξεων. Υπάρχει σήμερα λόγος να θεσπιστεί η δυνατότητα καύσης των νεκρών; Υπάρχει λόγος να την απαγορεύουμε;

Γράφει ο Χρήστος Ντικμπασάνης

Kafsi 2

Οι πολιτισμένοι λαοί της αρχαιότητας φρόντιζαν για τους νεκρούς περισσότερο από τους ζωντανούς. Στους περισσότερους υπήρχε δυνατότητα επιλογής μεταξύ ταφής και καύσης. Θεωρείται ότι η καύση προήλθε ή από φόβο προς τους νεκρούς ή για να εξαφανίσουν τα πτώματα, τα οποία θεωρούσαν «πηγή μιάσματος». Στην Ελλάδα, όπου πίστευαν ότι η ψυχή του άταφου νεκρού περιπλανάται μέχρι να ταφεί, από τους κλασικούς χρόνους μέχρι σήμερα, επικρατεί η παράδοση να θάπτουν τους νεκρούς. Ωστόσο παλαιότερα, στην ομηρική εποχή παρατηρείται το φαινόμενο της καύσης των νεκρών. Στους νεότερους χρόνους την καύση των νεκρών εισήγαγε η επαναστατική Γαλλία λίγο μετά το 1789, αλλά σε εφαρμογή τέθηκε εκατό περίπου χρόνια αργότερα. Σήμερα, σε ευρεία κλίμακα, εφαρμόζεται σε διάφορες προτεσταντικές εκκλησίες, στους άθεους και τους ελευθεροτέκτονες.

Η καύση στην αρχαιότητα είχε δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα: πρώτον, γινόταν με θρησκευτική ιεροτελεστία και δεύτερον, πουθενά δεν εφαρμοζόταν ως μέθοδος τέλειας αποτέφρωσης, αλλά μετά την καύση συγκέντρωναν τα εναπομείναντα οστά σε πολυτελείς λάρνακες και αφού με πομπή τα συνόδευαν σε μια σκηνή κατασκευασμένη αποκλειστικά για τον ύστατο αποχαιρετισμό από τους συγγενείς, μετά τρεις ημέρες τα έθαβαν σε ειδικούς τάφους. Δηλαδή, γινόταν καύση και ενταφιασμός και όχι τέλεια αποτέφρωση. Η αποτέφρωση σε ειδικούς κλιβάνους είναι νεότερη συνήθεια, άγνωστη στην αρχαιότητα. Έπειτα στην αρχαιότητα και μάλιστα στον Όμηρο ο θάνατος θεωρείται ως ο δίδυμος αδελφός του ύπνου. Η αντίληψη αυτή, σύμφωνα με το χριστιανικό ιερατείο, αποτελεί τον σπερματικό λόγο της εξίσωσης του θανάτου προς τον ύπνο από τον Χριστό: «ουκαπέθανεαλλάκαθεύδει». Με την καύση, αντίθετα, ο νεκρός δεν κοιμάται, ισχυρίζεται το ιερατείο, το σώμα του κονιορτοποιείται, όπως και η ελπίδα της ανάστασης. Μήπως, όμως, και με την ταφή δεν συμβαίνει κάτι παρόμοιο, αφού το έργο της καύσης το αναλαμβάνουν τα σκουλήκια και η υγρασία, τα οποία διασπούν με φρικιαστικότερο τρόπο την «εικόνα του Θεού»;

Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ο Παντοδύναμος Θεός έχει την ανάγκη της ταφής και όχι της καύσης, προκειμένου να προχωρήσει στην ανάσταση νεκρών.

Entaf 2

Η Βαθιά Παράδοση του Ενταφιασμού

Στην χριστιανική περίοδο, δεν υπάρχει καμία μαρτυρία οικειοθελούς καύσης σωμάτων. Πάντοτε ο χριστιανισμός ήταν υπέρ της ολόσωμης ταφής. Πάντως, δεν υπάρχει απόφαση οικουμενικής ή τοπικής Συνόδου, που να καταδικάζει την καύση, ακριβώς γιατί δεν διανοήθηκε κανείς τότε να θέσει το ζήτημα. Εξάλλου οι χριστιανοί που καταδικάζονταν στον δια πυρός θάνατο δεν τον απέφευγαν, αλλά τον υπέμεναν προσβλέποντας στην τελική ένωση με τον Χριστό, έστω κι αν το σώμα τους καιγόταν. Η καύση του σώματος δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση μίσος προς αυτό, αλλά στην περίπτωση των μαρτύρων φανερώνει την αγάπη προς τον Χριστό και τον πόθο για τη φανέρωση της οντολογικής αλήθειας της εικόνας, ενώ στην οικειοθελή καύση σημαίνει την ακλόνητη πίστη προς την παντοδυναμία του Θεού, που από τον πλήρη αφανισμό οδηγεί στην ανάσταση. Κι έπειτα η καύση του σώματος δεν γίνεται για να τιμωρηθεί αυτό, αλλά είναι ένας τρόπος εξαγνισμού του ίδιου του σώματος και όχι του κόσμου από την παρουσία αυτού του νεκρού σώματος, όπως διατείνεται η Εκκλησία.

Η εχθρότητα προς το σώμα παρατηρείται μόνο στις ανατολικές θρησκείες και την ειδωλολατρία. Ούτε η Εκκλησία, ούτε και αυτοί που επιθυμούν να καεί το σώμα τους μετά θάνατον δεν βλέπουν το σώμα εχθρικά. Ούτε το θεωρούν «τάφο», όπως το θεωρούσε ο Πλάτων, για να θέλουν να το αφανίσουν. Το ανθρώπινο σώμα είναι πάντα ο ναός του Αγίου Πνεύματος. Είναι η ζωντανή Εκκλησία, μέσα στην οποία καλείται να λατρεύσει ο άνθρωπος το Θεό. Αν ένας ναός γκρεμιστεί, δεν παίζει ρόλο με ποιο τρόπο έγινε αυτό, αρκεί που ο Δημιουργός θα τον αναστήσει στην άλλη ζωή.

Entaf 1

Όμως η αλήθεια είναι ότι πάντοτε το πρόβλημα του ενταφιασμού ή της καύσης των νεκρών απασχολεί άτομα, λαούς και κυβερνήσεις. Είναι διαχρονικό και καυτό. Όλοι οι αρχαίοι λαοί, μεταξύ των οποίων Έλληνες και Εβραίοι, έτρεφαν μεγάλο σεβασμό στους νεκρούς και επιζητούσαν μέχρι το τέλος να τους αποδίδουν ξεχωριστές τιμές, με διάφορες επιθανάτιες τελετές, αλείφοντάς τους με αρώματα κατά τον ενταφιασμό. Χριστιανοί και Εβραίοι δεν έπαψαν να θεωρούν το σώμα του ανθρώπου ως το τέλειο δημιούργημα του Θεού, ενδιαίτημα της αθάνατης πνοής του Δημιουργού. Γι’ αυτό δικαιωματικά ο νεκρός έπρεπε να ταφεί με τιμές. Έπρεπε να επιστρέψει εκεί απ’ όπου προήλθε. Έτσι όπως το είπε ο Θεός στους πρωτόπλαστους, όταν τους άνοιξε τις πύλες της ελευθερίας και της Γνώσης πέρα από τον παράδεισο: «έως τού αποστρέψαι εις την γην εξ ης ελήφθης, ότι γη ει και εις γην απελεύση»(Γένεσις 3:19). Ακόμη, όμως, και οι χειρότεροι εχθροί των Εβραίων, που ήταν καταδικασμένοι σε θάνατο, έπρεπε να ταφούν σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο (Δευτερονόμιο 21:23).

Σε ολόκληρη την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης και του αδιαίρετου χριστιανισμού η καύση των νεκρών αντιμετωπίστηκε ως ειδωλολατρική συνήθεια και αποκρουστική πράξη (επίσης αποκρουστικό, όμως, είναι να αφήνεις το προσφιλές σου πρόσωπο, που εγκατέλειψε τον κόσμο αυτόν, στην ακατάσχετη όρεξη των σκουληκιών). Ειδικότερα, ο δια πυρός θάνατος συνδέεται στην Παλαιά Διαθήκη με ειδεχθή εγκλήματα. Αυτή ήταν, όμως, μία συνήθεια της εποχής εκείνης όχι του σήμερα. Η Καινή Διαθήκη θεωρεί αυτονόητη την ταφή των νεκρών, ενώ στην ιστορία της Εκκλησίας μόνο οι διώκτες της κατέφυγαν στην αποτέφρωση των σωμάτων των χριστιανών, για να εξαφανίσουν τη μνήμη τους και να πλήξουν την ελπίδα της ανάστασής τους. Παρατηρούμε, όμως, ότι πέτυχαν ακριβώς το αντίθετο απ’ ό, τι επιδίωκαν αφού οι μάρτυρες δεν φοβήθηκαν μήπως δεν αναστηθούν, επειδή οδηγήθηκαν στην πυρά.

Αξιοσημείωτο είναι ότι η ιερότητα της φωτιάς υπήρχε από την αρχή της δημιουργίας. Αργότερα, μάλιστα, αναπτύχθηκε και η λατρεία της, η πυρολατρία. Κάποιοι λαοί πίστευαν πως η φωτιά είναι ιερή και αυτή εξαγνίζει την ανθρώπινη οντότητα από τις επίγειες αμαρτίες. Η Αγία Γραφή, όμως, πουθενά δεν ομιλεί για καύση νεκρών. Θεωρούταν παραβίαση του Μωσαϊκού Νόμου, ενάντια στους νόμους της φύσης, αποτρόπαιη και φρικτή.

Όταν στη Βηθανία στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού μια γυναίκα έχυσε στο κεφάλι του Χριστού μύρο από γνήσιο, πολύτιμο νάδρο, ο Ιησούς το επαίνεσε και το σχολίασε, αποτρέποντας τους μαθητές του που επέπλητταν τη γυναίκα: «Άφετε αυτήν… ο έσχεν αύτη εποίησε·προέλαβε μυρίσαι μου το σώμα εις τον ενταφιασμόν»(Κατά Ματθαίον 14: 8-9). Ο ίδιος ο Χριστός πέθανε και τάφηκε.

Οι άνθρωποι της Παλαιάς Διαθήκης φρόντιζαν για το χώρο όπου θα εναπόθεταν το σκήνωμά τους. Μάλιστα, ήθελαν το κομμάτι αυτό της γης να είναι ιδιόκτητο. Ο Αβραάμ ζούσε νομαδική ζωή σε σκηνή, χωρίς να κατέχει δική του γη. Μέσα του έκαιγε ζωντανή η ελπίδα των υποσχέσεων του Θεού και γνώριζε ότι προοριζόταν για τη μέλλουσα πόλη του ουρανού. Καθώς, όμως, στάθηκε μπροστά στο νεκρό σώμα της συντρόφου του Σάρας, δεν άντεξε να μην αγοράσει ένα μνήμα, για τη σύζυγό του και για όλες τις γενεές των απογόνων του (Γένεσις 23:1-20). Κάθε τάφος πιστού και αφιερωμένου ανθρώπου, που έχει πίστη και ελπίδα, αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία, δείχνει έντονα τη ματαιότητα και μ’ ένα ξεχωριστό μήνυμα φωνάζει μέσα από την αιωνιότητα, ότι υπάρχει ανάσταση. Εάν για οποιαδήποτε λόγο δεν συντελεσθεί ο ενταφιασμός, η ψυχή δεν χάνεται ούτε επηρεάζει αυτό την ανάσταση των νεκρών.

Kafsi 3

Νομικό Πλαίσιο στην Ελλάδα

Γεγονός πάντως είναι ότι από ΜΜΕ, βουλευτές, άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης και από κάποια ειδικά σωματεία, ανακινείται κατά καιρούς το ζήτημα της καύσης των νεκρών. Την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2005 στη Βουλή από τον πρόεδρο του Συνασπισμού Αλέκο Αλαβάνο κατατέθηκε τροπολογία, την οποία συνυπογράφουν βουλευτές της ΝΔ (Μιλτιάδης Έβερτ, Νίκος Γεωργιάδης, Κυριάκος Μητσοτάκης), του ΠΑΣΟΚ (Νάσος Αλευράς, Μαρία Δαμανάκη, Θεόδωρος Πάγκαλος, Παναγιώτης Σγουρίδης, Γιώργος Φλωρίδης) και από το ΣΥΡΙΖΑ (ο κοινοβουλευτικός του εκπρόσωπος, Φώτης Κουβέλης) με την οποία καθορίζονται οι προϋποθέσεις για την αποτέφρωση νεκρών στην Ελλάδα.

Η τροπολογία αφορά πρώτιστα όσους αλλοδαπούς ζουν, εργάζονται ή επισκέπτονται την Ελλάδα και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των οποίων επιτρέπουν τη μετά θάνατον αποτέφρωση.

Ήδη, το 1986 είχε κατατεθεί στο Πρωτοδικείο Αθήνας αίτηση για την αναγνώριση σωματείου με την επωνυμία «Σύνδεσμος Φίλων της Αποτέφρωσης». Όμως το αίτημα απορρίφθηκε για λόγους δημόσιας τάξης και ηθικής! Η απόφαση αυτή είναι σαφώς αντισυνταγματική, αφού καταφέρεται εναντίον του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, χωρίς μάλιστα σοβαρή αιτιολογία.

Η απόφαση αυτή ανατράπηκε με την υπ’ αριθμόν 1702/88 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε με αφορμή αίτηση άλλου σωματείου φίλων της αποτέφρωσης και η οποία δέχθηκε ότι οι απόψεις για την καύση των νεκρών ούτε με τη δημόσια τάξη ούτε με τα χρηστά ήθη συγκρούονται. Η απόφαση όμως αυτή δέχεται μέσα σ’ ένα πλαίσιο επιχειρημάτων, ότι για να γίνει καύση απαιτείται συγκεκριμένος νόμος. Δεν πιστεύω ότι χρειάζεται νόμος για κάτι που έγκειται καθαρά στην επιθυμία του νεκρού, που εκφράζεται μέσα από την διαθήκη του.

entaf 3
Η Αντίθεση της Εκκλησίας

Γιατί, όμως, ανακινείται κατά καιρούς το θέμα της καύσης των νεκρών; Ποια είναι η τοποθέτηση της Εκκλησίας πάνω στο ζήτημα και ποια των υποστηρικτών της καύσης; Γιατί, όταν το 1960 (σύμφωνα με επιθυμία που εκφράστηκε στη διαθήκη του) το σώμα του σπουδαίου καλλιτέχνη-αρχιμουσικού και επίτιμου ακαδημαϊκού Δημητρίου Μητρόπουλου αποτεφρώθηκε σε κλίβανο και η στάχτη του συγκεντρώθηκε σε μία απλή λήκυθο, η επίσημη Εκκλησία της Ελλάδας, παρά τις πολλές παρακλήσεις, αρνήθηκε κάθε επίσημη ή ανεπίσημη ταφή ή έστω και μία ανεπίσημη δέηση;

Στην περίπτωση του Δημητρίου Μητρόπουλου, μπορούμε να σκεφτούμε, ότι το ιερατείο θέλησε να «τιμωρήσει» κάποιον που παράκουσε στις εντολές μιας παρωχημένης και δυσκίνητης παράδοσης. Αυτό, όμως, προκάλεσε μεγαλύτερο πλήγμα στο σώμα της ελληνικής παράδοσης, αφού, όπως ήδη ανέφερα, οι αρχαίοι όταν έκαιγαν ένα σώμα κατόπιν το έθαβαν με ιδιαίτερη τελετή. Πλήγμα, όμως, δέχτηκε και η χριστιανική παράδοση, γιατί εκείνο που περισσότερο από όλα οφείλει να προβάλλει είναι η αγάπη και ο σεβασμός.

Βέβαια, το ιερατείο θα ανταπαντούσε πως δεν είναι δυνατόν να ενταφιαστεί μία τέφρα. Αυτή η τέφρα, όμως, δεν είναι απλά καμένη ύλη, αλλά ένας άνθρωπος που κάποτε ανάπνεε, κινιόταν και δημιουργούσε.
Οι λόγοι, τώρα, που επικαλούνται όσοι επιθυμούν την καύση των νεκρών, είναι οι εξής:

Ανήκουν σε άλλη θρησκεία, οπότε είναι ελεύθεροι να ακολουθήσουν τα πιστεύω τους.

Δηλώνουν χριστιανοί, αλλά θεωρούν πως μπορούν να κάνουν το σώμα τους, ό,τι θέλουν, γιατί τους ανήκει.
Πολλοί άγιοι της Εκκλησίας κάηκαν στην πυρά.

Έχουν κορεσθεί τα νεκροταφεία στις μεγαλουπόλεις.

Είναι αποκρουστικό το θέαμα της εκταφής των νεκρών και της ανακομιδής των λειψάνων.

Kafsi 5

Η Εκκλησία προτείνει την ταφή και όχι την καύση των νεκρών για τους εξής λόγους:

Ο Χριστός δεν μίλησε βέβαια για ταφή, αλλά ο ίδιος ενταφιάστηκε, αναστήθηκε από τον τάφο και αποτελεί το πρότυπο.

Εκτός από τον Κύριο, οι Απόστολοι, οι Πατέρες της Εκκλησίας (Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Νικόδημος ο Αγιορείτης κ.ά.), οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς (Τερτυλλιανός, Ευσέβιος κ.ά.), οι πρώτοι χριστιανοί, οι οποίοι έθαβαν τους νεκρούς τους και δεν τους έκαιγαν, όπως ήταν η συνήθεια αλλού στη ρωμαϊκή επικράτεια, οι αποφάσεις των πατριαρχείων και των κατά τόπους εκκλησιών, κληροδοτούν την ταφή ως μία των ιερών παραδόσεων, τις οποίες οι χριστιανοί απαρέγκλιτα τηρούν.

Για τους χριστιανούς «ο άνθρωπος είναι και γέννηση και ζωή και θάνατος και ανάσταση». Ο θάνατος, λοιπόν, δεν είναι το τέρμα. Είναι μια στάση, γιατί από εκεί και πέρα αρχίζει η Ζωή. Ο θάνατος είναι μια προετοιμασία για την αθανασία, γι’ αυτό και η Εκκλησία τον ονομάζει ύπνο και κοίμηση.

«Το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, που είναι μέσα σας, και το οποίον έχετε από τον Θεόν και δεν ανήκετε εις τους εαυτούς σας» (Α΄ Κορινθ. 6:,19) και «Εάν καταστρέφη κανείς τον ναόν του Θεού, θα τον καταστρέψη ο Θεός, διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, και ο ναός αυτός είσθε εσείς» (Α΄ Κορινθ. 3,17). Ο δημιουργός του σώματος για τους χριστιανούς είναι ο Θεός. Εκείνος το μεταχειρίζεται, σύμφωνα με το θέλημά του. Οι χριστιανοί, λοιπόν, πιστεύουν πως οφείλουν, όταν μπορούν, να του το παραδώσουν ακέραιο.

Τα σύμβολα για τους χριστιανούς εκφράζουν τον τρόπο της ζωής τους. Η ταφή συμβολίζει την ανάσταση, αντίθετα η καύση συμβολίζει την διάλυση και τον αφανισμό. Με αυτήν την έννοια έκαιγαν οι Ρωμαίοι τους χριστιανούς, πιστεύοντας ότι έτσι τους εξαφανίζουν μαζί με την θρησκεία τους.

Η ιδέα της καύσης ανήκει στα πιστεύω των ινδουιστών και των πάσης φύσεως «εχθρών» του σώματος.

Δεν θα υπήρχαν τα άγια λείψανα, με τα οποία καθιερώνονται οι ναοί και τα οποία αποτελούν το στήριγμα των βασανισμένων και των ολιγόπιστων.

Είναι σημαντικός ο θεραπευτικός ρόλος του λειψάνου, του τάφου, των νεκρικών εθίμων, στους συγγενείς ώστε να μπορέσουν να ξεπεράσουν το ψυχολογικό σοκ του χαμού του προσφιλούς τους προσώπου και να ενταχθούν πάλι κανονικά στη ζωή της κοινωνίας τους.

Όλα τα προαναφερθέντα εισάγουν στην πραγματικότητα του θανάτου και προετοιμάζουν για την αντιμετώπισή του.

Σημαντική είναι και η προσφορά στην τέχνη που πρόσφερε η διαδικασία ενταφιασμού των νεκρών και των νεκρικών εθίμων.

Η Εκκλησία, απαντώντας στους λόγους όσων θέλουν την καύση των νεκρών, λέει τα εξής:

Οι άνθρωποι έχουν την ελευθερία να κάψουν το σώμα τους, αλλά πρώτα πρέπει να διακόψουν τη σχέση τους με την Εκκλησία στην οποία ανήκουν.

Πολλοί χριστιανοί κάηκαν στην πυρά, χωρίς οι ίδιοι να το θέλουν. Υπάρχει λοιπόν σημαντική διαφορά με όσους εκούσια καίνε το σώμα τους.

Να κατασκευαστούν νέα νεκροταφεία σε άλλες περιοχές. Δεν ελλείπουν οι ανεκμετάλλευτες χερσαίες εκτάσεις. Επιπλέον, οι άνθρωποι μπορούν να ενταφιάζονται στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.

Ανάλογα αποκρουστικό θέαμα με την εκταφή και την ανακομιδή των λειψάνων είναι το θέαμα των κρεματορίων, τα οποία θυμίζουν τους αντίστοιχους αποτεφρωτικούς κλιβάνους των στρατοπέδων συγκέντρωσης των Ναζί.

Πάντως, απ’ ό, τι λέει ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος: «…υπάρχουν πολλοί ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι θέλουν ενδεχομένως να διαθέσουν το σώμα τους, για να καεί μετά τον θάνατό τους. Πρόβλημα πρώτον, το οποίον αναδύεται μέσα από αυτήν την επιθυμία: Έχομεν, τάχα, εξ απόψεως χριστιανικής, το δικαίωμα να διαθέτωμεν το σώμα μας, όπως εμείς θέλομε; Είναι δικό μας το σώμα για να το διαθέτουμε, όπως θέλομε; Βεβαίως οι σύγχρονες δημοκρατικές αντιλήψεις θα έδιδαν καταφατικήν απάντησιν στο ερώτημα αυτό. Αλλά μήπως, έτσι, ανοίγεται ένας δρόμος και για πολλές άλλες πρακτικές; Γιατί τάχα θα έχω το δικαίωμα να διαθέσω το σώμα μου μετά τον θάνατόν μου, όπως εγώ θέλω, και δεν θα έχω το δικαίωμα να επιλέξω την ώραν του θανάτου μου ή και τον τρόπο του θανάτου μου;»

Επίσης ο Χριστόδουλος για το θέμα της καύσης των νεκρών, λέει, ότι: «Δεν είναι δογματικόν. Και τούτο, γιατί ο τρόπος της αποσυνθέσεως του σώματος, δεν έχει, κατά κάποιον τρόπον, άμεσον σχέσιν με τα πιστεύματά μας. Και αυτό είναι αληθές, εκ πρώτης πάντοτε όψεως. Ελέχθη, όμως, και η άλλη συμπληρωματική άποψις: Μήπως είναι μία παράδοσις η ταφή και όχι η καύσις; Και εάν είναι παράδοσις, δεν είναι αξιοσέβαστος; Και μήπως δια της παραδόσεως παρεισάγεται εμμέσως, όχι αμέσως, θέμα δογματικής, θα έλεγε κανείς, ευθυγραμμίσεως; Μήπως, με άλλα λόγια, η μακραίωνη παράδοσις εμμέσως οδηγεί σε μίαν πολύ σοβαρήν υπόστασιν της ταφής και όχι της καύσεως;»

Kafsi 4

Παράδοση Ή Εκμετάλλευση;

Τι πρέπει να σκεφτούμε, όμως, περισσότερο, την συνέχιση μιας παράδοσης, για την οποία δεν είπε τίποτα ο Χριστός ή την αποφυγή μιας τελετής που αποτελεί μόνο οικονομική εκμετάλλευση των ανθρώπων; Όταν έγινε η εκταφή των οστών του πατέρα μου, ανατρίχιασα σύγκορμος, όχι μπροστά σε αυτά, αλλά μπροστά στην αποτρόπαιη θέα της ολοκληρωτικής εξαφάνισής τους μέσα στο χωνευτήρι. Ευτυχώς έχω γερή μνήμη και εκεί μέσα θα φυλάξω για πάντα τις αναμνήσεις μου…

Το ιερατείο ισχυρίζεται ότι δεν είναι «πτώματα» τα νεκρά σώματα, ούτε «κόκαλα» τα απομεινάρια των σωμάτων. Για το ιερατείο υπάρχει η ιερή λέξη «λείψανα». Αυτό περιγράφει την ουσία τους, γιατί αυτό υπογραμμίζει την ύπαρξη της ψυχής και την ελπίδα της ανάστασής της. Η ψυχή και η ανάστασή της, όμως, έχουν τη δική τους μεγαλειώδη θεϊκή αξία και δεν είναι δυνατόν να εξαρτώνται από την κατάσταση του σώματος του νεκρού. Δεν θα ήταν καθόλου σωστό να αποδοθεί στην κατάσταση του νεκρού σώματος σωτηριολογική σημασία. Η σωτηρία βρίσκεται αλλού, στην αγάπη, στον σεβασμό των δικαιωμάτων, στην ελευθερία.

Αν το ιερατείο ισχυρίζεται, ότι η καύση των νεκρών έχει ομοιότητες με την ατμόσφαιρα που επικρατεί στα κρεματόρια, τότε εκείνο που μπορεί να του δοθεί ως απάντηση είναι ότι το κρεματόριο είναι μια άκρως φρικιαστικός και απάνθρωπος τρόπος θανάτωσης, ενώ η καύση εμπεριέχει πρώτιστα το στοιχείο της αυτοδιάθεσης. Ναι μεν είμαστε δημιουργήματα του Θεού, αλλά ενός Θεού που επιζητεί αυτονομία και ελεύθερη σκέψη και πράξη από τα δημιουργήματά του. Επομένως, η αναζήτηση της ελευθερίας και της αυτεξουσιότητας ούτε άλογη ούτε απάνθρωπη είναι. Το αντίθετο, μάλιστα, είναι ένα θεάρεστο έργο η επίκλησή τους.

Κλείνοντας πάντως, σπεύδω να γράψω, ότι ελπίζω ως χριστιανός ορθόδοξος να μη με κάψει κανένας, όταν πάω για τον «μεγάλο ύπνο»!

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΙΚΜΠΑΣΑΝΗΣ είναι ποιητής, συγγραφέας, μελετητής των θρησκειών και καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης.