ΚΥΚΛΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ – ΠΛΗΡΕΣ & ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟ ΣΥΜΠΑΝ
Θεωρία του τελειωμένου χρόνου και της σχετικότητας της ενέργειας
(Ενιαία θεωρία περί χρόνου, χώρου και ύλης)
Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΑΤΤΩΣΗ ΤΗΣ
Η σχέση, λοιπόν, της ύλης με το χώρο προκύπτει από τη αξεχώριστη σχέση στη παρουσία του υλικού κόσμου με τον κόσμο που λείπει. Και ο κόσμος που λείπει συμμετέχει στην ενέργεια του υλικού κόσμου μέσα από τη μικροσκοπική δομή της ύλης (με τη μορφή του χώρου). Δεν υπάρχει χρόνος, Σύμπαν και χώρος χωρίς την ύλη, δηλαδή ένα Σύμπαν μόνο άμεσα, χωρίς ποιότητα. Όπως δεν υπάρχει μια συνολική στιγμή χωρίς τις μικρότερες στιγμές. Αντιστρόφως, δεν υπάρχουν πρωταρχικά υλικά στοιχεία που συνθέτουν εξωτερικά όλο το Σύμπαν, (χωρίς κεντρική, ενιαία και συγχρονισμένη ρύθμιση). Γι’ αυτό, με την ορολογία της φυσικής, το Σύμπαν είναι η συνολική ενέργεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν λείπει ενέργεια. Ακριβώς αυτή η σχετική έλλειψη ενέργειας ορίζει το νόημά της και την κάνει ταυτόσημη με το χρόνο, δηλαδή με τη ροή, τη μεταβολή και την επίδραση και παρουσιάζει τη δύναμή της. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος δεν παρουσιάζεται όλη και σε μία στιγμή. Αντιθέτως, η συνολική ενέργεια υπάρχει σαν πεπερασμένος χώρος και αντισταθμίζει τις ελλείψεις της, που είναι ο υλικός κόσμος. Αλλά η ροή προς αντιστάθμιση δημιουργεί ξανά ελλείψεις. (Ισορροπία της ανισορροπίας, αυτό το αποκαλώ μαζί με κάποιο συναισθηματισμό).
Το Σύμπαν στο σύνολο του Χρόνου δεν είναι μόνο η υλική-έμμεση πραγματικότητα και ως προς εκείνη υπάρχει μια ταυτόχρονη-άμεση πραγματικότητα με τη μορφή του χώρου, με την οποία είναι «συνυφασμένη» και διατηρείται. Το Σύμπαν γίνεται ανέκαθεν σε μικρότερες στιγμές (σε μικρότερα χρονικά διαστήματα) και προϋπάρχει η διαφορά χρόνου και απόστασης (σαν πιο έμμεση αλληλεπίδραση των πραγμάτων και σαν ύλη). Μπορούμε να λέμε με άλλους όρους ότι οι διαφορές στα λεγόμενα πράγματα, οι διαφορές της ουσίας και της ύλης είναι και αντιστοιχούν σε στιγμές μεταβίβασης της ενέργειας, στιγμές που αρχίζει και τελειώνει η ροή της και η ανταλλαγή της. Κατά συνέπεια, αντιστοιχούν σε στιγμές ελάττωσης της ενέργειας (από ένα σημείο) και αντιστάθμισής της (σε ένα άλλο σημείο που λείπει) και σε ενδιάμεσες φάσεις της μεταβολής της. Η ενέργεια του χώρου "ρέει" για να ισορροπήσει και η ροή της δημιουργεί και διατηρεί ξανά τις ελαττώσεις της, τις οποίες ονομάζουμε ύλη. Η υλική (και έμμεση, διαμέσου των φορέων της ύλης) πραγματικότητα δεν δημιουργείται συνολικά σε μια στιγμή, ούτε καταστρέφεται συνολικά, αφού αυτό θα σήμαινε διακοπή κάθε μεταβίβασης ενέργειας και παρουσία όλης της ενέργειας του Σύμπαντος σαν αντισταθμισμένης, χωρίς καμία μεταβολή (=ανενεργός παρουσία). (...)
Όπως μπορεί να παρατηρήσει κάποιος στην απλοποιημένη γνωστή εξίσωση Ε=Μc2 , εάν το Μ=0 τότε και Ε=0. Η ισοδυναμία που εκφράζει αυτός ο τύπος δεν είναι μόνο μία θεωρητική σχέση για να την εφαρμόσει ο άνθρωπος, αλλά φαίνεται πως η φύση πραγματοποιεί ανέκαθεν αυτή την αμφίδρομη μετατροπή με ορισμένες γρήγορες και περιοδικές διεργασίες, που διέπονται από φυσικούς νόμους. Είναι γνωστή η απλή σχέση της ενέργειας E=hf που μεταβιβάζεται με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Όταν επομένως λέμε Μc2 = Ε τότε η ποσότητα Μc2 = hf και για μάζα M=0 μηδενίζεται η ενέργεια E=0, αλλά και η κίνηση που γίνεται περιοδικά με μια συχνότητα f, αφού hf=0. Από τον τύπο της ισοδυναμίας της μάζας με την ενέργεια (Ε=Μc2 ) και από τους άλλους γνωστούς τύπους, όπου φαίνεται η ισοδυναμία τους και η σχέση τους με τα ηλεκτρομαγνητικά φαινόμενα (E=hf=hc/λ) δεν φανερώνεται ποια είναι η φυσική διαφορά της μάζας Μ από την ενέργεια E. Ποια είναι η διαφορά του hf όταν το hf εκφράζει ποσότητα ενέργειας E, από τη ποσότητα hf που μπορεί και εκφράζει μία μάζα Μ ; Τι διαφοροποιεί το hf σαν ενέργεια και ακτινοβολία από το hf σαν μάζα; Στην ακτινοβολία παρατηρούμε αποκέντρωση της ενέργειας και στην ενέργεια απουσία σταθερότητας και κυματική συμπεριφορά, ενώ στη μάζα παρατηρούμε φαινόμενα συγκέντρωσης και εντοπισμένης παρουσίας, θα μπορούσαμε να πούμε. Η παρατήρηση αυτής της διαφοράς χρησιμεύει για να την εκφράσουμε και μαθηματικά στους τύπους.
Αφού η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος δεν παρουσιάζεται όλη και σε μία στιγμή και ο χώρος αναγκαστικά συνυπάρχει με την ύλη, η ύλη δεν μετατρέπεται ποτέ όλη σε ενέργεια του χώρου και δεν αντισταθμίζεται τελείως. Επίσης η ενέργεια που χάνεται από τον χώρο δεν αντισταθμίζεται ποτέ πλήρως. Ούτε αντιστρόφως, δημιουργείται ύλη με απεριόριστο τρόπο και σε απεριόριστη ποσότητα (δηλ. η ελάττωση στην χωροενέργεια δε γίνεται απεριόριστα). Πώς, λοιπόν, διατηρείται αυτή η ισορροπία στην ανισορροπία;* Πώς διατηρείται η ελάττωση της ενέργειας και η ενέργεια μεταβιβάζεται διαρκώς προς αντιστάθμισή της, χωρίς ποτέ να το επιτυγχάνει συνολικά; Αυτό είναι το λογικό ερώτημα, το οποίο θα έπρεπε να θέτουν: Η σχετική αναδημιουργία των πραγμάτων και η ανανέωση της ύλης με ορισμένους νόμους και όχι η δημιουργία εκ του μηδενός. Η γενική εξήγηση είναι απλή και προκύπτει από την ύπαρξη ορίων στο χρόνο: Η ενέργεια δεν μπορεί να μεταβιβάζεται με πιο γρήγορο τρόπο ή με πιο υψηλή συχνότητα από ένα όριο, ούτε σαν απεριόριστη ποσότητα και σε απεριόριστα χρονικά διαστήματα. Η κίνηση και η μεταβίβαση της ενέργειας γίνονται με όρια (χρόνου και ποσότητας) για να μην παραβιαστεί ο νόμος της σταθερότητας του Σύμπαντος και η αρχή διατηρήσεως της ενέργειας. Όπως ήδη έχουμε παρατηρήσει, η ταύτιση του χρόνου με τη μεταβολή στα πράγματα, σε ένα Σύμπαν που είναι πάντοτε το ίδιο εντός μιας περιόδου, καταλήγει σε μια πρώτη σημαντική μαθηματική σχέση, που είναι η σχέση μιας ελάχιστης ποσότητας ενέργειας ανάλογης προς ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα.(Σχετικοί θεμελιώδεις τύποι: Emax = h fmax → h = Emax / fmax και Vmax = λmin x fmax και amax = Vmax fmax → Vmax = amax tmin ).
Προσέξτε πως η εμπειρική άποψη για ένα ασταθές και εξελισσόμενο Σύμπαν διασαλεύεται από μια απροσεξία στη διατύπωση της βασικής αρχής της διατήρησης της ενέργειας. Μας λένε: Η ενέργεια μπορεί και μεταβάλλεται, διαμοιράζεται και μετατρέπεται σε διάφορες μορφές, χωρίς ποτέ να χάνεται. Η ποσότητα στο σύνολό της μέσα σε ένα κλειστό σύστημα παραμένει σταθερή. Δεν το αμφισβητεί κανένας. Όμως, με την άποψη του ασταθούς ή εξελισσόμενου Σύμπαντος και με την έννοια του συνόλου χωρίς χρονικό ή χωρικό περιορισμό (διαφορετικό το σύνολο των πραγμάτων ή της ποσότητας της ενέργειας κάθε φορά) θα έπρεπε να λένε με συνέπεια: Η ποσότητα της ενέργειας στο σύνολό της παραμένει πάντοτε η ίδια, ανεξάρτητα από την αρχική ποσότητα (!) Περιμένουμε ότι έτσι θα γίνεται και στο μέλλον για κάθε άλλη ποσότητα που θα υπολογίσουμε. Με δεδομένο κάθε φορά μια διαφορετική ποσότητα ενέργειας προβλέπουμε “άπειρες” φορές ότι αυτή θα παραμείνει η ίδια.
Τελικά πότε είναι σταθερή όταν διαρκώς μεταβάλλεται και μετατρέπεται και έτσι αναφερόμαστε σε διαφορετική ποσότητα κάθε φορά; Ποια ποσότητα είναι σταθερή, αφού δεν υπάρχει κανένα σύστημα τελείως απομονωμένο στο χώρο και στο χρόνο; Θα έχουμε ρωτήσει πιο εύστοχα: Ποια είναι η βασική και γενικότερη αρχή, η οποία δεν επιτρέπει να χαθεί η ενέργεια στην πορεία και στο λαβύρινθο της μεταβολής της; Θα προσθέταμε: Και για να μη μετατραπεί όλη σε μια μόνο μορφή και επέλθει μια αδιατάρακτη σταθερότητα (όπως λ.χ. ο θερμικός θάνατος του Σύμπαντος); Απάντηση: Η ενέργεια δεν μεταβάλλεται με απεριόριστα χρονικά όρια και συνεχώς διότι από οποιαδήποτε μεταβολή της διατηρείται σαν σταθερή ποσότητα στο σύνολό της και κατά τρόπο συγχρονισμένο. Αλλά για να μπορεί η ενέργεια να μεταβάλλεται συγχρονισμένα πρέπει να είναι εκ των προτέρων αμετάβλητη ή τουλάχιστον να ρυθμίζεται από σταθερούς νόμους ή προκαθορισμένα όρια. Εάν το Σύμπαν δεν ήταν σταθερό μέσα σε ένα συνολικό χρόνο για να είναι όλη η ενέργεια σαν σταθερή ποσότητα, τότε η μεταβολή της ενέργειας στις μικρότερες χρονικές στιγμές (σαν μέρος) θα γινόταν με απεριόριστο τρόπο (σε οποιαδήποτε ποσότητα ανεξάρτητα από μονάδα χρόνου) και θα ήταν πάντοτε ελλιπής και, στη μοιρασιά της εκ τύχης σταθερή. Να παρατηρήσουμε, σύμφωνα με τους όρους της φυσικής, η ενέργεια ανά χρονική περίοδο έχει διαστάσεις ισχύος P=Ε/Τ. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι πάντοτε η ίδια και σταθερή ανά μία μέγιστη χρονική περίοδο και η σχέση αυτή η οποία διατυπώθηκε με φιλοσοφικές σκέψεις έχει στη φυσική διαστασιακό περιεχόμενο ισχύος (W), κάτι που δεν πρέπει να αφήσουμε απαρατήρητο, με τη λογική μήπως στερήσουμε το Σύμπαν από κάθε περιεχόμενο και το υποβιβάζουμε σε απλή ποσότητα.
Δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για την αρχή της διατήρησης της ενέργειας ή της ύλης (δηλ. της αφηρημένης πραγματικότητας), αλλά και για το νόμο της σταθερότητας της Συμπαντικής Ποιότητας ή της ανακύκλωσης της συνολικής ενέργειας, ο οποίος είναι πιο εύστοχος και σαφέστερος. Η μεταβίβαση, η ροή ενέργειας, η αλληλεπίδραση, η ύπαρξη των υλικών φορέων, προϋποθέτουν μια ελάττωση και απόσπαση της ενέργειας (δηλαδή κάποια αστάθειά της), όπως η ροή του χρόνου και οι στιγμές προϋποθέτουν την αλλαγή και την έλλειψη χρόνου. Η ύλη είναι σχετική απώλεια ενέργειας (και βαρύτητας) από τη μέγιστη ενέργεια του Σύμπαντος, που φαίνεται να λείπει αλλά υπάρχει (όλη και στην ίδια στιγμή) σαν πεπερασμένος χώρος. Για να μεταβιβαστεί κάπου ενέργεια και για να απορροφηθεί, πρέπει να αποσπαστεί και να χαθεί από κάπου αλλού. Η παρουσία των υλικών φορέων με τις αλληλεπιδράσεις τους και η μεταβολή της ενέργειας προϋποθέτουν την αρχή της ελάττωσης της ενέργειας. Γι' αυτό, σωστά ο ειδικός τίτλος «Θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου» μπορεί να συμπληρωθεί πολύ εύστοχα και επεξηγηματικά: «και της σχετικότητας της ενέργειας». Διότι, ο τελειωμένος χρόνος και το ταυτόχρονο Σύμπαν προκαλούν την απορία για την αντίθετη παρατήρηση στην εμπειρία μας και αφήνει να γίνει η σκέψη για μία αντίφαση, όπου μόνο μία από τις δύο εκδοχές μπορεί να αληθεύει.
Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι αμετάβλητη και πάντοτε η ίδια, όχι επειδή λείπει η μεταβολή. Θα ήταν αντίφαση και ένα λογοπαίγνιο να μιλάμε για ενέργεια χωρίς καμία μεταβολή. Με τέτοια έννοια της ενέργειας, το Σύμπαν θα ήταν αμετάβλητο και παγωμένο και στην καλύτερη περίπτωση, η ενέργειά του θα αποτελούσε μόνο έναν κενό χώρο. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι αμετάβλητη και πάντοτε η ίδια διότι η μεταβολή και η ελάττωση της ενέργειας γίνονται έτσι ώστε στο σύνολο ενός μέγιστου χρονικού διαστήματος, όλες οι ελαττώσεις αντισταθμίζονται και η συνολική ποσότητα της ενέργειας παραμένει η ίδια. Στα χρονικά διαστήματα που βρίσκονται τα περιορισμένα πράγματα, η συνολική ενέργεια είναι ελαττωμένη και μεταβάλλεται και γι' αυτό υπάρχει η ύλη.
Η ενέργεια στην κλασική φυσική, όπως διδάσκεται στο σχολείο :
"Το γινόμενο της σταθερής δύναμης, που μετατοπίζει το σημείο εφαρμογής της κατά τη διεύθυνσή της, επί τη μετατόπιση, το ονομάζουμε έργο και εμφανίζεται σε κάθε μεταφορά ή μετατροπή ενέργειας. W = F x. Η μονάδα στο Διεθνές Σύστημα είναι 1Nm=1Joule. Στην περίπτωση που η δύναμη σχηματίζει γωνία θ με τη μετατόπιση το έργο δίνεται από τη σχέση W = F συνθ x". Το διαστασιακό περιεχόμενο της ενέργειας στη φυσική είναι kg m2 / sec2
Σε ένα "κλειστό" σύστημα που είναι απομονωμένο και δεν υπάρχουν απώλειες ούτε πρόσληψη ενέργειας από το εξωτερικό του, το ποσό της ενέργειάς του διατηρείται το ίδιο. Η ενέργεια δεν δημιουργείται ούτε χάνεται. Ένα μέρος της ενέργειας καταναλίσκεται χωρίς να παράγει χρήσιμο έργο ή μετατρέπεται σε διαφορετικές μορφές. Το ποσό της ενέργειας που υπάρχει σε ολόκληρο το σύστημα πριν από τη μετατροπή είναι ίσο με το ποσό της ενέργειας σε ολόκληρο το σύστημα μετά τη μετατροπή.
Θεωρία του τελειωμένου χρόνου και της σχετικότητας της ενέργειας
(Ενιαία θεωρία περί χρόνου, χώρου και ύλης)
Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΑΤΤΩΣΗ ΤΗΣ
Η σχέση, λοιπόν, της ύλης με το χώρο προκύπτει από τη αξεχώριστη σχέση στη παρουσία του υλικού κόσμου με τον κόσμο που λείπει. Και ο κόσμος που λείπει συμμετέχει στην ενέργεια του υλικού κόσμου μέσα από τη μικροσκοπική δομή της ύλης (με τη μορφή του χώρου). Δεν υπάρχει χρόνος, Σύμπαν και χώρος χωρίς την ύλη, δηλαδή ένα Σύμπαν μόνο άμεσα, χωρίς ποιότητα. Όπως δεν υπάρχει μια συνολική στιγμή χωρίς τις μικρότερες στιγμές. Αντιστρόφως, δεν υπάρχουν πρωταρχικά υλικά στοιχεία που συνθέτουν εξωτερικά όλο το Σύμπαν, (χωρίς κεντρική, ενιαία και συγχρονισμένη ρύθμιση). Γι’ αυτό, με την ορολογία της φυσικής, το Σύμπαν είναι η συνολική ενέργεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν λείπει ενέργεια. Ακριβώς αυτή η σχετική έλλειψη ενέργειας ορίζει το νόημά της και την κάνει ταυτόσημη με το χρόνο, δηλαδή με τη ροή, τη μεταβολή και την επίδραση και παρουσιάζει τη δύναμή της. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος δεν παρουσιάζεται όλη και σε μία στιγμή. Αντιθέτως, η συνολική ενέργεια υπάρχει σαν πεπερασμένος χώρος και αντισταθμίζει τις ελλείψεις της, που είναι ο υλικός κόσμος. Αλλά η ροή προς αντιστάθμιση δημιουργεί ξανά ελλείψεις. (Ισορροπία της ανισορροπίας, αυτό το αποκαλώ μαζί με κάποιο συναισθηματισμό).
Το Σύμπαν στο σύνολο του Χρόνου δεν είναι μόνο η υλική-έμμεση πραγματικότητα και ως προς εκείνη υπάρχει μια ταυτόχρονη-άμεση πραγματικότητα με τη μορφή του χώρου, με την οποία είναι «συνυφασμένη» και διατηρείται. Το Σύμπαν γίνεται ανέκαθεν σε μικρότερες στιγμές (σε μικρότερα χρονικά διαστήματα) και προϋπάρχει η διαφορά χρόνου και απόστασης (σαν πιο έμμεση αλληλεπίδραση των πραγμάτων και σαν ύλη). Μπορούμε να λέμε με άλλους όρους ότι οι διαφορές στα λεγόμενα πράγματα, οι διαφορές της ουσίας και της ύλης είναι και αντιστοιχούν σε στιγμές μεταβίβασης της ενέργειας, στιγμές που αρχίζει και τελειώνει η ροή της και η ανταλλαγή της. Κατά συνέπεια, αντιστοιχούν σε στιγμές ελάττωσης της ενέργειας (από ένα σημείο) και αντιστάθμισής της (σε ένα άλλο σημείο που λείπει) και σε ενδιάμεσες φάσεις της μεταβολής της. Η ενέργεια του χώρου "ρέει" για να ισορροπήσει και η ροή της δημιουργεί και διατηρεί ξανά τις ελαττώσεις της, τις οποίες ονομάζουμε ύλη. Η υλική (και έμμεση, διαμέσου των φορέων της ύλης) πραγματικότητα δεν δημιουργείται συνολικά σε μια στιγμή, ούτε καταστρέφεται συνολικά, αφού αυτό θα σήμαινε διακοπή κάθε μεταβίβασης ενέργειας και παρουσία όλης της ενέργειας του Σύμπαντος σαν αντισταθμισμένης, χωρίς καμία μεταβολή (=ανενεργός παρουσία). (...)
Όπως μπορεί να παρατηρήσει κάποιος στην απλοποιημένη γνωστή εξίσωση Ε=Μc2 , εάν το Μ=0 τότε και Ε=0. Η ισοδυναμία που εκφράζει αυτός ο τύπος δεν είναι μόνο μία θεωρητική σχέση για να την εφαρμόσει ο άνθρωπος, αλλά φαίνεται πως η φύση πραγματοποιεί ανέκαθεν αυτή την αμφίδρομη μετατροπή με ορισμένες γρήγορες και περιοδικές διεργασίες, που διέπονται από φυσικούς νόμους. Είναι γνωστή η απλή σχέση της ενέργειας E=hf που μεταβιβάζεται με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Όταν επομένως λέμε Μc2 = Ε τότε η ποσότητα Μc2 = hf και για μάζα M=0 μηδενίζεται η ενέργεια E=0, αλλά και η κίνηση που γίνεται περιοδικά με μια συχνότητα f, αφού hf=0. Από τον τύπο της ισοδυναμίας της μάζας με την ενέργεια (Ε=Μc2 ) και από τους άλλους γνωστούς τύπους, όπου φαίνεται η ισοδυναμία τους και η σχέση τους με τα ηλεκτρομαγνητικά φαινόμενα (E=hf=hc/λ) δεν φανερώνεται ποια είναι η φυσική διαφορά της μάζας Μ από την ενέργεια E. Ποια είναι η διαφορά του hf όταν το hf εκφράζει ποσότητα ενέργειας E, από τη ποσότητα hf που μπορεί και εκφράζει μία μάζα Μ ; Τι διαφοροποιεί το hf σαν ενέργεια και ακτινοβολία από το hf σαν μάζα; Στην ακτινοβολία παρατηρούμε αποκέντρωση της ενέργειας και στην ενέργεια απουσία σταθερότητας και κυματική συμπεριφορά, ενώ στη μάζα παρατηρούμε φαινόμενα συγκέντρωσης και εντοπισμένης παρουσίας, θα μπορούσαμε να πούμε. Η παρατήρηση αυτής της διαφοράς χρησιμεύει για να την εκφράσουμε και μαθηματικά στους τύπους.
Αφού η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος δεν παρουσιάζεται όλη και σε μία στιγμή και ο χώρος αναγκαστικά συνυπάρχει με την ύλη, η ύλη δεν μετατρέπεται ποτέ όλη σε ενέργεια του χώρου και δεν αντισταθμίζεται τελείως. Επίσης η ενέργεια που χάνεται από τον χώρο δεν αντισταθμίζεται ποτέ πλήρως. Ούτε αντιστρόφως, δημιουργείται ύλη με απεριόριστο τρόπο και σε απεριόριστη ποσότητα (δηλ. η ελάττωση στην χωροενέργεια δε γίνεται απεριόριστα). Πώς, λοιπόν, διατηρείται αυτή η ισορροπία στην ανισορροπία;* Πώς διατηρείται η ελάττωση της ενέργειας και η ενέργεια μεταβιβάζεται διαρκώς προς αντιστάθμισή της, χωρίς ποτέ να το επιτυγχάνει συνολικά; Αυτό είναι το λογικό ερώτημα, το οποίο θα έπρεπε να θέτουν: Η σχετική αναδημιουργία των πραγμάτων και η ανανέωση της ύλης με ορισμένους νόμους και όχι η δημιουργία εκ του μηδενός. Η γενική εξήγηση είναι απλή και προκύπτει από την ύπαρξη ορίων στο χρόνο: Η ενέργεια δεν μπορεί να μεταβιβάζεται με πιο γρήγορο τρόπο ή με πιο υψηλή συχνότητα από ένα όριο, ούτε σαν απεριόριστη ποσότητα και σε απεριόριστα χρονικά διαστήματα. Η κίνηση και η μεταβίβαση της ενέργειας γίνονται με όρια (χρόνου και ποσότητας) για να μην παραβιαστεί ο νόμος της σταθερότητας του Σύμπαντος και η αρχή διατηρήσεως της ενέργειας. Όπως ήδη έχουμε παρατηρήσει, η ταύτιση του χρόνου με τη μεταβολή στα πράγματα, σε ένα Σύμπαν που είναι πάντοτε το ίδιο εντός μιας περιόδου, καταλήγει σε μια πρώτη σημαντική μαθηματική σχέση, που είναι η σχέση μιας ελάχιστης ποσότητας ενέργειας ανάλογης προς ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα.(Σχετικοί θεμελιώδεις τύποι: Emax = h fmax → h = Emax / fmax και Vmax = λmin x fmax και amax = Vmax fmax → Vmax = amax tmin ).
Προσέξτε πως η εμπειρική άποψη για ένα ασταθές και εξελισσόμενο Σύμπαν διασαλεύεται από μια απροσεξία στη διατύπωση της βασικής αρχής της διατήρησης της ενέργειας. Μας λένε: Η ενέργεια μπορεί και μεταβάλλεται, διαμοιράζεται και μετατρέπεται σε διάφορες μορφές, χωρίς ποτέ να χάνεται. Η ποσότητα στο σύνολό της μέσα σε ένα κλειστό σύστημα παραμένει σταθερή. Δεν το αμφισβητεί κανένας. Όμως, με την άποψη του ασταθούς ή εξελισσόμενου Σύμπαντος και με την έννοια του συνόλου χωρίς χρονικό ή χωρικό περιορισμό (διαφορετικό το σύνολο των πραγμάτων ή της ποσότητας της ενέργειας κάθε φορά) θα έπρεπε να λένε με συνέπεια: Η ποσότητα της ενέργειας στο σύνολό της παραμένει πάντοτε η ίδια, ανεξάρτητα από την αρχική ποσότητα (!) Περιμένουμε ότι έτσι θα γίνεται και στο μέλλον για κάθε άλλη ποσότητα που θα υπολογίσουμε. Με δεδομένο κάθε φορά μια διαφορετική ποσότητα ενέργειας προβλέπουμε “άπειρες” φορές ότι αυτή θα παραμείνει η ίδια.
Τελικά πότε είναι σταθερή όταν διαρκώς μεταβάλλεται και μετατρέπεται και έτσι αναφερόμαστε σε διαφορετική ποσότητα κάθε φορά; Ποια ποσότητα είναι σταθερή, αφού δεν υπάρχει κανένα σύστημα τελείως απομονωμένο στο χώρο και στο χρόνο; Θα έχουμε ρωτήσει πιο εύστοχα: Ποια είναι η βασική και γενικότερη αρχή, η οποία δεν επιτρέπει να χαθεί η ενέργεια στην πορεία και στο λαβύρινθο της μεταβολής της; Θα προσθέταμε: Και για να μη μετατραπεί όλη σε μια μόνο μορφή και επέλθει μια αδιατάρακτη σταθερότητα (όπως λ.χ. ο θερμικός θάνατος του Σύμπαντος); Απάντηση: Η ενέργεια δεν μεταβάλλεται με απεριόριστα χρονικά όρια και συνεχώς διότι από οποιαδήποτε μεταβολή της διατηρείται σαν σταθερή ποσότητα στο σύνολό της και κατά τρόπο συγχρονισμένο. Αλλά για να μπορεί η ενέργεια να μεταβάλλεται συγχρονισμένα πρέπει να είναι εκ των προτέρων αμετάβλητη ή τουλάχιστον να ρυθμίζεται από σταθερούς νόμους ή προκαθορισμένα όρια. Εάν το Σύμπαν δεν ήταν σταθερό μέσα σε ένα συνολικό χρόνο για να είναι όλη η ενέργεια σαν σταθερή ποσότητα, τότε η μεταβολή της ενέργειας στις μικρότερες χρονικές στιγμές (σαν μέρος) θα γινόταν με απεριόριστο τρόπο (σε οποιαδήποτε ποσότητα ανεξάρτητα από μονάδα χρόνου) και θα ήταν πάντοτε ελλιπής και, στη μοιρασιά της εκ τύχης σταθερή. Να παρατηρήσουμε, σύμφωνα με τους όρους της φυσικής, η ενέργεια ανά χρονική περίοδο έχει διαστάσεις ισχύος P=Ε/Τ. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι πάντοτε η ίδια και σταθερή ανά μία μέγιστη χρονική περίοδο και η σχέση αυτή η οποία διατυπώθηκε με φιλοσοφικές σκέψεις έχει στη φυσική διαστασιακό περιεχόμενο ισχύος (W), κάτι που δεν πρέπει να αφήσουμε απαρατήρητο, με τη λογική μήπως στερήσουμε το Σύμπαν από κάθε περιεχόμενο και το υποβιβάζουμε σε απλή ποσότητα.
Δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για την αρχή της διατήρησης της ενέργειας ή της ύλης (δηλ. της αφηρημένης πραγματικότητας), αλλά και για το νόμο της σταθερότητας της Συμπαντικής Ποιότητας ή της ανακύκλωσης της συνολικής ενέργειας, ο οποίος είναι πιο εύστοχος και σαφέστερος. Η μεταβίβαση, η ροή ενέργειας, η αλληλεπίδραση, η ύπαρξη των υλικών φορέων, προϋποθέτουν μια ελάττωση και απόσπαση της ενέργειας (δηλαδή κάποια αστάθειά της), όπως η ροή του χρόνου και οι στιγμές προϋποθέτουν την αλλαγή και την έλλειψη χρόνου. Η ύλη είναι σχετική απώλεια ενέργειας (και βαρύτητας) από τη μέγιστη ενέργεια του Σύμπαντος, που φαίνεται να λείπει αλλά υπάρχει (όλη και στην ίδια στιγμή) σαν πεπερασμένος χώρος. Για να μεταβιβαστεί κάπου ενέργεια και για να απορροφηθεί, πρέπει να αποσπαστεί και να χαθεί από κάπου αλλού. Η παρουσία των υλικών φορέων με τις αλληλεπιδράσεις τους και η μεταβολή της ενέργειας προϋποθέτουν την αρχή της ελάττωσης της ενέργειας. Γι' αυτό, σωστά ο ειδικός τίτλος «Θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου» μπορεί να συμπληρωθεί πολύ εύστοχα και επεξηγηματικά: «και της σχετικότητας της ενέργειας». Διότι, ο τελειωμένος χρόνος και το ταυτόχρονο Σύμπαν προκαλούν την απορία για την αντίθετη παρατήρηση στην εμπειρία μας και αφήνει να γίνει η σκέψη για μία αντίφαση, όπου μόνο μία από τις δύο εκδοχές μπορεί να αληθεύει.
Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι αμετάβλητη και πάντοτε η ίδια, όχι επειδή λείπει η μεταβολή. Θα ήταν αντίφαση και ένα λογοπαίγνιο να μιλάμε για ενέργεια χωρίς καμία μεταβολή. Με τέτοια έννοια της ενέργειας, το Σύμπαν θα ήταν αμετάβλητο και παγωμένο και στην καλύτερη περίπτωση, η ενέργειά του θα αποτελούσε μόνο έναν κενό χώρο. Η συνολική ενέργεια του Σύμπαντος είναι αμετάβλητη και πάντοτε η ίδια διότι η μεταβολή και η ελάττωση της ενέργειας γίνονται έτσι ώστε στο σύνολο ενός μέγιστου χρονικού διαστήματος, όλες οι ελαττώσεις αντισταθμίζονται και η συνολική ποσότητα της ενέργειας παραμένει η ίδια. Στα χρονικά διαστήματα που βρίσκονται τα περιορισμένα πράγματα, η συνολική ενέργεια είναι ελαττωμένη και μεταβάλλεται και γι' αυτό υπάρχει η ύλη.
Η ενέργεια στην κλασική φυσική, όπως διδάσκεται στο σχολείο :
"Το γινόμενο της σταθερής δύναμης, που μετατοπίζει το σημείο εφαρμογής της κατά τη διεύθυνσή της, επί τη μετατόπιση, το ονομάζουμε έργο και εμφανίζεται σε κάθε μεταφορά ή μετατροπή ενέργειας. W = F x. Η μονάδα στο Διεθνές Σύστημα είναι 1Nm=1Joule. Στην περίπτωση που η δύναμη σχηματίζει γωνία θ με τη μετατόπιση το έργο δίνεται από τη σχέση W = F συνθ x". Το διαστασιακό περιεχόμενο της ενέργειας στη φυσική είναι kg m2 / sec2
Σε ένα "κλειστό" σύστημα που είναι απομονωμένο και δεν υπάρχουν απώλειες ούτε πρόσληψη ενέργειας από το εξωτερικό του, το ποσό της ενέργειάς του διατηρείται το ίδιο. Η ενέργεια δεν δημιουργείται ούτε χάνεται. Ένα μέρος της ενέργειας καταναλίσκεται χωρίς να παράγει χρήσιμο έργο ή μετατρέπεται σε διαφορετικές μορφές. Το ποσό της ενέργειας που υπάρχει σε ολόκληρο το σύστημα πριν από τη μετατροπή είναι ίσο με το ποσό της ενέργειας σε ολόκληρο το σύστημα μετά τη μετατροπή.